“Kαλώς τον κουκλο” είπε το κορίτσι στον φούρνο σε ένα διμετρο ομολογουμένως παλικαρι δύο κουλούρια Θεσσαλονίκης παραδίπλα μου. Και ευθύς αμέσως “εγώ θα φτιάξω τον καφέ του κούκλου”. Και ποδοπάτησε όλες τις συναδέλφους της να εξασφαλίσει μια θεση στο τίλιο… Του κούκλου.
Κάποια στιγμή σκέφτηκα αστραπιαία να της πω, ότι το μισό χαμόγελο που επίμαχα προβάριζε πριν καμια δεκαπενταετία μπροστά στον καθρέφτη του, πριν την πέσει στην Ρούλα από τα Αγγλικά, τότε που θεωρούσε τον εαυτό του, χάλια μαύρα, αυτό το μισό χαμόγελο που της χάρισε αυτάρεσκα μπροστά στον χαρακτηρισμό που έκανε όλον τον φούρνο να τον περιεργάζεται, του το έχει σχηματίσει αυτή προσωπικά. Να είναι μισό. Και αυτάρεσκο.
Τα μισά σε τι φτάνουν όμως;
Ούτε καν δεν είδαμε αν έχει βουρτσίσει τα δόντια του σήμερα. Ούτε αν κάνει λακκάκια όταν χαμογελάει. Ούτε τσάκιση δεν έσκασε παραπλεύρως. Ούτε στα μάτια δεν φάνηκε η χαρά.
Ούτε ευχαριστώ δεν της είπε.
Βούτηξε τον καφέ, της χαμογέλασε και από το άλλο μισό των χειλιών, αγνοώντας τα πάντα γύρω του, φύσηξε ένα δαχτυλιδένιο τσουλούφι που έμπαινε στα μάτια του και έφυγε.
Ίσως να πήγε σε άλλον φούρνο να αγοράσει τσουρέκι και κάποια κοριτσίστικα πεταρίσματα. Ίσως περπατούσε άσκοπα στο δρόμο, πίνοντας τον καφέ και το χτυποκάρδι της μονορούφι. Ίσως τελικά το μισό χαμόγελο να έχει μεγάλο σουξέ στα μαγαζιά των Πατησίων και περιχώρων.
Συνηθίζονται εύκολα τα μισά. Και εκτιμούνται πιο ολοκληρωτικά κι από τα ολόκληρα. Δημιουργούν αυτή την αίσθηση ότι κάτι μένει ακόμα να δεις. Που συνήθως δεν υπάρχει ή κι αν υπάρχει δεν παρέχεται από τον/την κάτοχο. Γιατί έχουν μεγαλώσει γενιές και γενιές με την αίσθηση της δημιουργίας τέτοιου μυστηρίου, που τελικά ξεχνάνε τι είναι αυτό που δεν θα αποκαλύψουν ποτέ, προκειμένου να γίνουν αινιγματικοί, ποθητοί, αρεστοί, ακαταμάχητοι, μυρωδάτοι και σέξι. Σαν καλογυρισμένη διαφήμιση.
Δεν της είπα τίποτα όμως. Πόσο κρατάει το στύψιμο ενός πορτοκαλιού; Τι να προλάβεις να πεις σε ένα κορίτσι ανάλαφρο στο κάθε λεπτό που στιβει το χυμό σου;
Τα μισά και τα ολοκληρα είναι χρονοβόρες διαδικασίες κι εγώ τελικά από τις ανάλαφρες υπάρξεις προτιμώ αυτές που επιπλέουν. Σε νερά αλμυρά. Και κόντρα στις δηλώσεις απόγνωσης, φοράνε σκουφάκι και κρατάνε ομπρελα. Κόκκινη προαιρετικά. Στεγανά υποχρεωτικά…