Άντε ρε από εκεί ρε. Με σκίσανε πάλι ρε. Συγγνώμη κιόλας να ‘ούμε. Ούτε «Καλή Χρονιά» είπαμε να πούμε.
Πρώτο «Δε Κοκ» «τση χρονιάς» να ‘ούμε και βγήκαμε 27 ιανουαρίου να ‘ούμε…
«Μπάει δε γουέις» να ‘ούμε… Έκανα μια δέσμευση για την καινούργια χρονιά να ‘ούμε, για να λέω στα άρθρα μου να ‘ούμε, λιγότερες φορές το «να ‘ούμε», να ‘ούμε.
Ξέρω καμιά φορά κουράζει να ‘ούμε, αλλά είναι και από τα σήματα κατατεθέντα της στήλης να ‘ούμε… Δε κόβεται με τη μία να ‘ούμε… θα προσπαθήσουμε να ‘ούμε.
Με έπιασε βήχας φυματικός μετά τα φώτα. Έβηχα σαν τη Φαντίνα, την πτάνα από τους «’Αθλιοι του Μουγκώ». Γκούχου γκούχου και γκούχου γκούχου… Και με το που γίνομαι λίγο καλά να ‘ούμε, φεύγεις για Αφρική μου λένε να ‘ούμε.
«Ποια Αφρική ρε τους λέω… Δε με βλέπετε που έχω το χτικιό;»
Δε με λυπηθήκαν ρε να ‘ούμε. Με βάλανε σε ένα αεροπλάνο και με στήλαν στην «Αραχτή Ελαφοντοδωστού» (ενν. Ακτή Ελεφαντοστού). ‘Ημουν ο μόνος «ασπρουλιάρης» μέσα στο αεροπλάνο να ‘ούμε. Και ήμουνα περιστυχισμένος από αραπάδες. Να με συγχωρνάτε που τους λέω έτσι να ‘ούμε. Εμείς οι Έλληνες δεν είμαστε ρατσιστές αλλά… Ε καταλαβαίνετε να ‘ούμε… Πολύ κατραμίλα να ‘ούμε.
Κατεβαίνω και με περιμένανε κάτι άλλοι «μαύροι». Εντεκάμισι το βράδυ ήταν να ‘ούμε και όσο πηγαίναμε όλο και πιο μαυρίλα γινότανε να ‘ούμε. Ούτε ένα φως μέσα στην πόλη και έρημοι δρόμοι παντού. Ρε που ήρθα ρε λέω…
Πάμε ξενοδοχείο λέει… 4 αστέρων… 4 σκατών ήτανε! Μπαίνω μέσα και οι σοβάδες ήταν σκαμμένοι και ριγμένοι να ‘ούμε, βλέπω και μία σαύρα να βγαίνει πίσω από την τηλεόραση και το «αρκοντίσιο» έκανε συνέχεια «γρου γρου γρου»
Πεινούσα ρε πούστη. Δε είχα φάει τίποτα. Πάω στον μαυρούλη του λέω…
«Ιιτ γκούντ νάο… Ις δέαρ?», γιατί μιλάω και άπταιστα Αγγλικανικά, βλέπετε.
«Γιες» μου λέει έ τον ακολούθησα κι εγώ… Πεινούσα ρε πούστη…
Που να βρουμε τώρα φασταφουντάδικο και εστιατόριο μέσα στη μαυρίλα να ‘ούμε…
Σταματάμε σε ένα… εστιατόριο (ο θεός να το κάνει) που είχε κάτι πλαστικές κόκκινες καρέκλες τίγκα στη λίγδα και στο γράσο και κάτι τραπέζια που οι μύγες κάναν πάρτι και δεξιώση πάνω σε κάτι αποξηραμένες πορτοκαλάδες να ‘ούμε.
«Χίαρ…ω Γιου ίιτ γκούντ. Τσουζ τσουζ» μου λέει ο μαύρος…
«Τσούζει ο κώλος μου, ο μαύρος» πήγα να του πω γιατί είχε κάτι φαγητά που το πιο καθαρό ήταν κατσαρίδες γιαχνί και αρουραίος στιφάδο. Ντρεπόμουνα να μη παραγγείλω τώρα… Πάνω στην απελπισία μου βλέπω πίσω από τον μαύρο σκύλο τον ψήστη, ένα γύρο… Τώρα από σκύλο ήταν από γάτα ήταν… Βάλε του λέω ένα πιτόγυρο να το φάω στο δωμάτιο… Πείναγα σας λέω ρε πούστη.
Πήγα δωμάτιο έκανα μια δαγκανιά και το άλλο το άφησα να το φάει η σαύρα.
Που να πας εκεί ρε. Δεν υπάρχει τίποτα ρε. Όλο χαμόσπιτα και μικροπωλητές να ‘ούμε. Φτώχια, μιζέρια και καομοιριά. Ποιος τρίτος κόσμος… Δέκατος τρίτος κόσμος είναι εκεί ρε…
Μπήκα σε ένα ταξί και η πόρτα ήταν έτοιμη να φύγει ενώ το σαλόνι βρώμαγε μαζούτ να ‘ούμε…
«Πήγαινέ με ρε του λέω στο πιο ακριβό εστιατόριο της πόλης του λέω… Λεφτά υπάρχουν ρε του λέω…»
«Ουί, ουί» μου λέει… Γιατί βρωμάει η ανάσα τους από πέινα, αλλά Γαλλικά (ίσως και πιάνο) μιλάνε να ‘ούμε
«Ουί ουί» και με πάει «στο καλυτέρο» που ήταν χειρότερο και από την ταβέρνα του Μαργέτη στην Παιανία που πάω για «παγιδάκια» μες την κυρά Ευθαλία να ‘ούμε…
Μπενίν λέει… Τροπική χώρα λέει να ‘ούμε… Μια παραλιάρα 30 χιλιόμετρα με χρυσή άμμο και γαλάζια νερά και μια ταμπέλα, τόση μετά συγχωρήσεως, που έλεγε «σουίμι ιζ προχίμπιτι» (ενν. Swimming is prohibited). Γιατί λέει πνίγεται ο κόσμος και τους παίρνει το ρεύμα μέσα να ‘ούμε… Που’ σαι ρε Ελλαδάρα να ‘ούμε με τις παραλιάρες σου…
Τι είπατε…; Ατμόσφαιρα; Πάρτε και καμιά μπουκάλα οξυγόνου να αντέξετε να ‘ούμε… Μαύρος ουρανός από σύννεφα, μαζούτ, σκόνη και ζέστα… Παθαίνεις άσθμα στα 45 δευτερόλεπτα να ‘ούμε και μετά άντε γεια…
Πάω στο Τονγκό να ‘ούμε. Βγαίνω βόλτα κεντρική πλατεία να αράξω λίγο και βλέπω από πάνω μου ένα κοπάδι με χιλιάδες πουλιά… «Περιστέρια είναι;» ρωτάω. «Νυχτερίδες» μου λένε… Τι είναι εδώ ρε λέω… Τα Πουλιά του Χίτσκοκ να ‘ούμε;
Άσε να ‘ούμε που πριν πάω με ταράξαν στα εμβόλια κίτρινου πυρετού, κόκκινου πυρετού, χολέρα και μου έδωσαν και 100 χάπια ελονοσίας. «Μη σε τσιμπίσει κουνούπι λεεί…» Που να ζήσει κουνούπι ρε εκεί πέρασε να ‘ούμε; Και τα κουνούπια πρέπει να κάνουν εμβόλια για να επιζήσουν εκεί ρε να ‘ούμε… Ψεκαζόμουνα με αντικουνουπικά να ‘ούμε, όλη την ώρα σαν κάτι κοκότες που αρωματίζονται πριν πάνε με πελάτη να ‘ούμε…
Κίνηση; Τις πουτάνας κάθε μέρα; Φανάρια; Που είναι; Άσε που πάνω στα μηχανάκια βάζανε 3 παιδιά, σκύλο, γυναίκα και 2 βαρέλια να ‘ούμε…
Τώρα να πώ και τα καλά να ‘ούμε… «Οι ανθρώποι» εκεί οι μαυρούληδες είναι πολύ καλοί ρε να ‘ούμε… Ευγενικοί, με παιδεία… Σεβαστικοί ανθρώποι να ‘ούμε… Όχι σαν τους μαλάκες εμάς, που δε σεβόμαστε τίποτα να ‘ούμε. Και ταλαιπωρημένοι να ‘ούμε…
Γιατί και η στήλη αυτή είναι μορφωμένη να ‘ούμε και ξέρουμε και από την ιστορία να ‘ούμε, ότι οι εμείς «οι άσπροι» τους έχουμε πηδήξει αυτούς τους μαύρους να ‘ούμε. Χιλιάδες σκλάβους να ‘ούμε, τους φορτώνανε στα καράβια, στα αμπάρια να ‘ούμε και τους πουλούσανε να ‘ούμε σα ζώα να ‘ούμε. Πήγαμε τα έιδαμε και αυτά να ‘ούμε… Εκεί στην Ουιντά να ‘ούμε…
Και τώρα αντί να μας πηδήξουν να ‘ούμε για «εκδίκησης», ματς έχουν και μας σέβονται να ‘ούμε. Καλά λέει που στη Νιγηρία δε περπατάει λευκός ούτε μισό μέτρο γιατί σε τρώνε λάχανο να ‘ούμε… Έτσι πρέπει να μας κάνουν να καταλάβουμε και εμείς πόσο άσχημα είναι όλα αυτά «τα εγκλήματα της ανθρωπότητας» να ‘ούμε.
Και κλείνω με κάτι πιπεράτο να ‘ούμε που μόνο εδώ από το «Δε Κοκ» τα μαθαίνατε αυτά… Όλοι με ρωτάγατε να ‘ούμε… αν ένιωθα μειονεκτικά μέ όλους αυτούς τους «τσολιάδες», τους «τσαράδες» δίπλα μου… Τι να κάνουμε ρε παλικάρια να ‘ούμε… Θέλημα θεού να ‘ούμε… Μαγκιά τους που την έχουν «μεγάλη και σίγουρη» να ‘ούμε.
Το ξέρατε όμως εσείς να ούμε, ότι παντού στους δρόμους στα «Τονγκά και στα Κονγκά» υπάρχουν πόστερ για «επιμήκυνση φούτσου» και «σεξουαλική υπερδιέργεσης» να ‘ούμε; Ναι ρε δεν έχουνε να φάνε αλλά λεφτά για να μέγαλώσουν το πουλί τους δίνουν να ‘ούμε.
Και έχουν και δίκιο ρε… Γιατί εντάξει να είσαι άσπρος και να την έχεις «μικρή» να ‘ούμε, όλο και κάποιο «συνομάκρη» θα βρεις να ‘ούμε… Για φαντασου όμως να είσαι αράπης, τσολιάς, ντερέκι, δυο μέτρα και να την έχεις «γαριδάκι»; Τι θα κάνεις να ‘ούμε; Θα πας στο γιατρό της φυλής αναγκαστικά να ‘ούμε να στη μεγαλώσει να ‘ούμε. Πως θα επιβιώσεις ανάμεσα στα μάυρα κοντάρια να ‘ούμε.
Και όπως έλεγε και ένας άσπρος φίλος μου: «Αν την έχεις σα κατάρτι, τι την θέλεις τη Ducatti;»
Άσχετο πλην όμως θετικό. Καλή χρονιά να έχουμε… Φαντάζομαι θα καταλάβατε, με αυτό το άρθρο, ότι εμείς οι Έλληνες δεν είμαστε ρατσιστές με τους μαύρους να ‘ούμε