Μου άρεσε πάντα το καλοκαίρι. Προστάτευε τον έρωτα μου, από τα αδιάκριτα και αιχμηρά μάτια που πάλευα κόντρα στον χειμώνα. Έρωτες κρυφοί που όρισαν το σήμερα σου, έρωτες απόλυτοι δίχως την «απολυτοσύνη» και τη μικροπρέπεια αυτού του κόσμου.
Τον χάζευα καθώς τον «έλουζε» τρυφερά ο ήλιος και εγώ προστατευτικά του έκανα μασάζ να προστατέψω το κορμί, που βάφτισα κορμί μου στο πέρασμα του χρόνου. Τον αγαπούσα με σκοπούς που σιγοψιθυρίζεις σε ακρογιαλιές και αξέχαστα πάρτι μέχρι πρωίας τους θερινούς μήνες. Μετρούσα δύο καλοκαίρια στο πλευρό του, μα ο χρόνος πεισματικά τρυπούσε μεταξύ δειλινών και μισοτελειωμένων φιλιών στο καλωσόρισμα. Δεν χρειάζονται όλες οι σχέσεις επιδεικτικό ταμπελάκι και post- άρισμα στο Instagram για να υπάρχουν. Οι αληθινές σχέσεις, για εκείνες που γράφονται ανά τα χρόνια στίχοι και μελωδικά ποιήματα υπάρχουν μόνο για δύο.
Αφουγκράζομαι τα κύματα μπρος μου στην ερημική από κόσμο παραλία που επέλεξε ο καλός μου, για την κυριακάτικη μας απόδραση. Αναρωτιέμαι πόσο μεταφορικά κύματα καλεστήκαμε να καταπολεμήσουμε και οι δύο μέχρι να υποταχθούμε στην μεγαλοσύνη που κρύβει ένας έρωτας απόλυτος, πρωτόπλαστος, εχέμυθος. Πόσους εγωισμούς σπάσαμε, θρύψαλα κομμάτια στο πάτωμα μέχρι να αναλογιστούμε τη στιγμή που δύο μισά γίνονται ολόκληρα. Πόσους αναστεναγμούς ορίσαμε βάφτιση και ορισμό του «είναι». Στιγμές που ντύνεις το κορμί μου με σημάδια, σημάδια που φανερώνουν όλα όσα ποτέ ήλπιζα. Πως μου ανήκεις και σου ανήκω σε γλώσσες δύσκολες προς μετάφραση. Σε λέξεις που χωράνε μόνο τα ονόματα μας, σε ιστορίες με μοναδική υπογραφή εκείνη τη δική μας.
Σε ξεχώρισα αγάπη μου, σε βλέμματα βιαστικά που συναντιούνται στους δρόμους και την κίνηση μιας πόλης που επιλεκτικά κοιμάται στιγμές που οφείλει να θυμάται πως είναι ακόμη ζωντανή. Θα σε επιλέγω πάντα, θα κρύβω τα χάδια μου και θα στα προσφέρω προσεκτικά στιγμές που άλλοτε τα έχεις ανάγκη. Θα κουρνιάζω στην ασφαλή γωνία αυτού του κόσμου, εκείνη την ευωδιαστή αγκαλιά σου προστατευμένη από κάθε δαίμονα που προσπαθεί να λεκιάσει άλλοτε τις σκέψεις μας.
Δε θα αφήσω τον κόσμο να σε δει, να αμαυρώσει τις αόρατες ισορροπίες μας, να δοκιμάσει να γίνει «εμείς» προσπαθώντας να σε κλέψει βεβιασμένα από εμένα. Να τρυπώσει στον κόσμο που ορίσαμε δικό μας σε εκείνο μόλις το πρώτο φιλί. Δε με νοιάζει σου λέω να κοιμάμαι στο πλευρό σου κάθε βράδυ, να διεκδικώ με θράσος και τσαμπουκά μια θέση στη ζωή σου. Ξέρω πως με επέλεξες με τον ίδιο μοναδικό τρόπο που επέλεξα και εγώ εσένα. Ξέρω πόσες όσες ιστορίες και αν επιχειρήσεις να γράψεις στην πορεία τα δικά μου αποτυπώματα δε θα σβήσουν στους χώρους της καρδιάς σου. Τα γέλια μας θα ηχούν στους διαδρόμους και ο ιδρώτας των κορμιών μας θα προσδίδει αλμύρα στον δροσερό χώρο. Συλλέγω βότσαλα σε κάθε επίσκεψη μας στην ακρογιαλιά, τα τοποθετώ καλογυαλισμένα στο τραπέζι δίνοντας κάτι από την αύρα τους κάθε φορά.
Το καλοκαίρι αγάπη μου γεννήθηκε για εμάς, απογεύματα που μας βρίσκουν αγκαλιά στο κέντρο, ζεστός ελληνικός στο μπαλκόνι με άρωμα γαρδένιας. Αιώνια πειράγματα στον καναπέ αγκαλιά με τα όνειρα μας. Αγουροξυπνημένος ακόμη αποζητάς τα χάδια μου, στη γιομάτη άμμο, ψάθα. Δε με νοιάζει που δεν έχω ακούσει ακόμη «σ’ αγαπώ» από τα χείλη που λατρεύω, με νοιάζει που το μεταφράζω στο βλέμμα σου δευτερόλεπτα πριν ενωθεί με εκείνο το δικό μου.
Αυτό που ορίζει τον έρωτα σου μοναδικό είναι η εξέλιξη, εκείνο το σημείο που χαμογελάς πονηρά σαν συλλογιέσαι τους δύο σας και κάθε επίπεδο που έχετε μεταβιβαστεί σε αυτή την σχέση. Μερικές φορές οι άνθρωποι καταφέρνουν και «κουμπώνονται» και σαν προσπαθήσεις να τους λύσεις σφαδάζουν από πόνο σε κάθε απόπειρα επαφής. Ένα ακόμη καλοκαίρι που μετρώ αμμουδερά βήματα σου στην υγρή επιφάνεια. Ένα καλοκαίρι που μυρίζει γρανίτα σαν τα φιλιά σου και πειρακτικά σε βρίσκει να με τρομάζεις για το τόσο «όσο» που ορίζουμε δικό μας.
Σαν σου μουτρώνω αγάπη μου, να ξέρεις πως σου ανήκω. Σε κάθε ανείπωτη μα φανερή πια λέξη και κάθε αντηλιακό που λούζει το αμάξι με το άρωμα του, μετρώντας πια το χρόνο μόνον σε στιγμές!