Στέκομαι ημίγυμνη στο ανοιχτό παράθυρο εμπρός μου. Νιώθω τα βήματα σου στο κρύο παρκέ. Τα χέρια σου αγκαλιάζουν προστατευτικά τους ώμους μου και φιλάς απαλά την εσοχή του λαιμού μου. Είσαι από εκείνες τις αιθέριες υπάρξεις, που κατακλύζουν τον χώρο δίχως να ψελλίσουν λέξη. Μου ζητάς να σκεπαστώ και να ξαπλώσω στο πλευρό σου, θαρρείς και τα προβλήματα όλου αυτού του κόσμου, αρχίζουν και τελειώνουν στο πιθανό ενδεχόμενο κρυολογήματος μου. Σε αγαπούσα σαν γινόσουν τόσο προστατευτικός.
Σε αγαπούσα ακόμη και για τον τρόπο που μου εξέφραζες «σ’ αγαπώ» σε ένα σωρό ανείπωτες λέξεις, εκτός φυσικά από την μία και πραγματική ομιλούσα γλώσσα. Αν με ρωτάς, αυτό που χρειάζομαι πραγματικά μωρό μου, είναι μια καταιγίδα. Ναι, είμαι από εκείνες τις τρελές που στη βροχή ποτέ δεν κουβαλούν ομπρέλα μα πεισματικά και κόντρα στους καιρούς φλερτάρουν με το πρωτοβρόχι και θαυμάζουν τις αποχρώσεις του ουρανού σαν σμίγουν πλάι τους, του κόσμου οι αστραπές. Θέλω έναν κατακλυσμό που θα με φέρει πιο κοντά με όλα όσα αδημονώ να γίνω στο πλευρό σου, πλημμύρες να παρασύρουν το χθες που φοβισμένα με στριμώχνει στο άχρωμο σήμερα. Σπατάλες χρωμάτων, σε περασμένους εραστές και ειδυλλιακές ευτυχίες στους καμβάδες της ψυχής μας. Τι κρίμα να αγαπάς το ασπρόμαυρο, να το κατανοείς και να το συμμερίζεσαι!
Τι κρίμα να απομένεις μόνο με αυτό πια στα χέρια. Θέλω βροντή να γίνει το όνομα σου, για πάντα χαραγμένο εντός μου. Να μάθω να σε αγαπώ με χέρια διάφανα που δεν τρέμουν ή σβήνουν με τις πρώτες στάλες ουρανού. Βροχή, αστείρευτη ο έρωτας μας και εγώ να ονειρεύομαι πια δίχως προστασία. Να παίζει μουσική στο παρασκήνιο, να συνοδεύει τα βήματα που θα μας φέρνουν πιο κοντά στο τώρα που ονειρεύομαι αγκαλιά σου. Τα «αύριο», τα χάρισα- θρύψαλα στα σίγουρα που γελούν επιδεικτικά εμπρός μας. Στα σκιρτήματα που σχηματίζεις στην καρδιά μου, σιγοτραγουδώ απόψε. Στον ουρανό που μοιάζει πιο απέραντος από ποτέ και στη στιγμή που σε όρισε δικό μου, όσα και αν ακολουθήσουν μετέπειτα. Η μόνη παγωνιά που φοβάμαι αγάπη μου, είναι εκείνη που θα ντύσει τη φυγή σου, αν φοβηθείς τους παιδικούς σκοπούς μου και τα καταβρεγμένα γαλοτσάκια μου που παίζουν κρυφτό στα ουράνια τόξα της ζωής μου.
Ποτέ δε νοστάλγησα λιακάδες, μου αρέσουν οι άνθρωποι όταν συννεφιάζουν. Σε εκείνο το λεπτό στρώμα γκρι που… διακρίνεις πραγματικά όλα όσα φοβούνται, ελπίζουν και επιθυμούν. Στα σκοτάδια μετριούνται οι άνθρωποι αγάπη μου, στο φως στέκουν όλοι όμορφοι να θυμάσαι! Στο σκοτάδι τι γίνεται; σαν χέρια ψηλαφίζουν το μηδαμινό φως ψυχής; Έμεινα να σε κοιτάζω, ημίγυμνο στο πάπλωμα να χαμογελάς και να γελούν μέχρι και τα μάτια σου. Αυτό το μικρό- μεγάλο στοιχείο σου που βοήθησε να σε ξεχωρίσω. Βλέπεις, ο έρωτας δεν υπολογίζεται στα στολίδια και τ’ αρώματα, ο έρωτας ο ειλικρινής και ανυπόφορος επαναστάτης μετριέται στα βλέμματα που μεταφράζουν όλα όσα κρύβεις σεντούκι φυλαγμένο εντός σου. Στο χάδι που δηλώνει «είμαι εδώ και είσαι ασφαλής» και στις αγκαλιές που μυρίζουν κάτι από γνώριμο πρωινό Κυριακής στο σπίτι. Ξάπλωσα αγκαλιά σου και αγναντέψαμε τις καταιγίδες παρέα. Δε μας ένοιαζε η ποσότητα πια στον απόηχο τους μας η μαγεία της στιγμής του «όσο» αρκεί να μας βρίσκει καλά στο σήμερα.
Για αύριο βλέπουμε… δε λες; Κοντεύω πια να αποκοιμηθώ και ελπίζω να είσαι όλα όσα θα αντικρίσω σαν κλείσω τα μάτια. Γιατί ζώντας ευτυχισμένος στην πραγματικότητα, δεν επιλέγεις τίποτα λιγότερο σε χτύπους φαντασίας. Σε ακούω να ψιθυρίζεις σ’ αγαπώ πλάι στο μπουμπουνητό που θέτει σιγή μια για πάντα στο δωμάτιο…
Εύθραυστα μικρά σ’ αγαπώ πέφτουν βροχή από πεφταστέρια στο σκοτεινό τοπίο και εγώ νιώθω ευλογημένη που σε έμαθα να χορεύεις αδιάκριτα τους φόβους σου πλάι στις λασπωμένες γαλότσες μου, παρέα. Σου υπόσχομαι να σ’ αγαπώ, ορατά σε κάθε αίσθηση μικρής και μεγάλης στάλας στο φορτωμένο από συναισθήματα ουρανό αγάπη μου!