Άσε ρε που θα μου μας πείτε για τη Γερμανία ρε να ‘ούμε…
Τους ξανθόγυφτους με το πέδιλο και την κάλτσα να ‘ούμε!
Όχι δε θα σταματήσω! Άσε με να τα πω να ‘ούμε… (Λέει να μη φωνάζω η κυρά μέσα πό την κρεββατοκάμαρη να ‘ούμε)
Γιατί να μη φωνάζω να ‘ούμε; Αφού πήγα και τα είδα να ‘ούμε… Όχι δε θα γράψουμε «τράβελ και μάρβελ» σήμερα…
Σιγά τα πράγματα που έχει να δεις στη Γερμανία να ‘ούμε… Ντακς… Έχει δάση, ρυάκια, ποτάμια και ραχούλες να ‘ούμε… Γιατί δεν έχουμε τέτοια στην Ελλάδα να ‘ούμε…;
Τι να μας πούνε ρε οι «Κακομοίρογλου» να ‘ούμε… Που αντί για θάλασσα έχουν έλη και βάλτους να ‘ούμε… Και επειδή εμείς οι Έλληνες έχουμε τη μεγαλύτερη ακτογραμμή του κόσμου να ‘ούμε, μας μισούνε να ‘ούμε!
Ναι ρε μας μισούνε, γιατί στην Ελλάδα είτε είσαι πλούσιος, φτωχός ή μέσος έχεις πρόσβαση στη θάλασσα ρε να ‘ούμε. Και πάνω από την Βρωμοτσικνιά να είσαι να ‘ούμε, θα έχεις ένα ξέδερφο ή μια «θειά» με σπίτι «μπάει δε σι» (ενν. by the sea) να ‘ούμε.
Και έρχονται εδώ οι Γερμανοί, οι ανθρακωρύχοι, οι βρωμύλοι να ‘ούμε και επειδή όταν βγαίνουν από τα λαγούμια και τις φάμπρικες της Φρανκφούρτης, το μόνο που βλέπουν είναι ο πάτος του βαρελιού της μπύρας στις σκοτεινές τις πάμπ να ‘ούμε, ζηλεύουν όλους εμάς που αράζουμε με «τα φρέντα και τα ούζα» στις παραλίες.
Ναι ρε να ‘ούμε… Γιατί αυτή είναι η Ελλάδα να ‘ούμε… Θα νοιώθουμε δηλαδή άσχημα να ‘ούμε, επειδή ο Θεός μας έδωσε αυτή την ομορφιά να ‘ούμε και σε αυτούς έδωσε «τις 50 αποχρώσεις του «γκρέι» να ‘ούμε
Ρε ουστ απο ‘δω ρε να ‘ούμε κομπλεξάρες… Μου μου το παίζετε «οικονομικοί άρχοντες της Ευρώπης» να ‘ούμε και πήγα το «που σου κου» Φρανκφούρτη και είδα δεκάδες άτομα να κοιμούνται στο δρόμο να ‘ούμε… Ζώα! Μέσα στο κέντρο να ‘ούμε, μέσα στη βρώμα και πάνω στα πεζοδρόμια να ‘ούμε. Αυτή είναι ρε η πιο προηγμένη οικονομία της Ευρώπης ρε να ‘ούμε; Να κοιμούνται οι ανθρώποι στο δρόμο;
Γι’ αυτό σας πειράζει ρε κομπλεξάρες που η Ελλαδίτσα δίνει τα βασικά τουλάχιστον να ‘ούμε σε όλα τα γυναικόπαιδα από τη Συρία και το Αφγανιστάν; Ναι ρε να ‘ούμε… Γιατί εδώ είμαστε άνθρωποι ρε… Όχι κτήνη!
Καλά μου τα έλεγε ο παππούς μου να ‘ούμε! «Η χειρότερη φάρα» τους έλεγε. Είχαν κάνει το σπίτι του «Κομαντατούρ» να ‘ούμε… Το παίζαν πολιτισμένοι και ζήταγαν άδεια για να κόψουν ένα λεμόνι από τον κήπο και μετά πήγαιναν, οι ίδιοι, στο διπλανό χωριό και καίγανε και σκοτώνανε γυναίκες και παιδιά. Η απόλυτη υποκρισία να ‘ούμε.
Χάσανε τον πόλεμο και φεύγοντας βομβαρδίσαν ό,τι χωριό είχε μείνει όρθιο στην Κρήτη και στην Πάτρα. Ζώα! Κτήνη! Φίδια!
Ούτε να φερθούνε ξέρουν να ‘ούμε. Η απόλυτη αφιλοξενία να ‘ούμε. Χαμογελούν μόνο από συμφέρον, δίνουν το χέρι μόνο όταν το δώσεις πρώτος εσύ και αν σκονταψουν πάνω σου στο δρόμο, ούτε συγγνώμη δε λένε να ‘ούμε
Είδα όμως και τον Ελληνάρα τον Ανέστη στη Φρανκφούρτη να ‘ούμε. Τον πολύμήχανο, τον καντινιέρη με τις μακαρονάδες να ‘ούμε. Τρελά λεφτά έκανε ο Δραμινός να ‘ούμε… Ουρές για μια καταψυγμένη μακαρονάδα στη καντίνα του. 7.35 τιμή λιανικής μερίδας να ‘ούμε, κόστος παραγωγής να ‘ούμε βαριά 1 «γιούρο»…
«Τους τα παίρνω ρε πατριώτη μου λέει»
«Καλά κάνεις ρε παιχταρά μου να ‘ούμε. Σκίστους να ‘ούμε. Αφού είναι ΖΩΑ!»
Όχι ρε δεν είμαι ρατσιστής να ‘ούμε! Αυτοί μας βρίζουν «γουρούνια» και «βρωμιάρηδες» να ‘ούμε. Απο εκεί ξεκίνησαν όλα τα δεινά της Ευρώπης τότε να ‘ούμε και τώρα να ‘ούμε
Μαύρο στους «φρίτσηδες» να ‘ούμε! Μαύρο!