Πόρτες απλές, αυτόματες, περιστρεφόμενες, πόρτες εσωτερικές, εξωτερικές, μπαλκονόπορτες παντού υπάρχουν οι καταραμένες ως και στο τάβλι. Πουέρτο Ρίκο έγινε η ζωή μας φορτωμένη με χιλιάδες μυστήρια πιο ανεξήγητα κι από το Τρίγωνο των Βερμούδων, διότι ποτέ δε θα κατανοήσουμε το «Ελξατε» και το «Ωθήσατε».
Η δουλειά της οποιαδήποτε πόρτας, απλή και πιο βαρετή από ομιλία πρωθυπουργού: Α) ανοίγει και Β) συνήθως αμέσως μετά κλείνει. Εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση αν δεν συμβεί το Β οπότε ακούγεται σε φουλ βόλιουμ η κραυγή: «Πόρτα!» με μακρόσυρτη φωνή και στη συνέχεια αν είσαι από νησί έρχεται κολλητά η ερώτηση: «Σε βάρκα γεννήθηκες;» ή η επίσης γνωστή παραλλαγή «Σε τσαντήρι γεννήθηκες;» εφόσον κατάγεσαι από τον Γιδά.
Εχεις τα νεύρα σου μετά από καυγά, δεν έχει σημασία πότε, με ποιον ή που, φεύγοντας χτυπάς με όλη τη δύναμη την πόρτα, όπως κάνεις όταν κλωτσάς το αμέριμνο αδεσποτάκι γιατί τέτοιος είσαι. Ο λόγος άγνωστος, εσύ όμως ο γνωστός κόπανος.
Ποτέ δε δίνουμε σημασία στις πόρτες και όμως σύμφωνα με έρευνα που σίγουρα θα έχει βγάλει κάποιο Αμερικάνικο πανεπιστήμιο είναι ένας δείκτης πολιτισμού, τι όχι! Και αν δεν έχει βγει δίνω την ιδέα και τα κέρδη μοιρασμένα.
Δεν είναι πολιτισμός να ανοίγουμε την πόρτα γλυκά, σπρώχνοντας ελαφρά για κλάσμα του δευτερολέπτου προς την αντίθετη κατεύθυνση; Για σκέψου το λίγο, δεν σου αναλύω τη θεωρία του Big Bang που συμπτωματικά έκανε τον ίδιο θόρυβο! Πολιτισμός επίσης είναι να κλείνει η δόλια η πόρτα αθόρυβα, χωρίς να καταγράφει το Γεωλογικό Ινστιτούτο της Ουψάλα σεισμό 8 ρίχτερ και να αναφέρονται καταρρεύσεις κτιρίων στην δώθε πλαγιά της οροσειρά των Κορδιλιέρων. Το κόλπο είναι απλό, την πιάνεις από το πόμολο καθώς βγαίνεις και λίγο πριν έρθει σε επαφή με το κούφωμα την κλείνεις γλυκά-γλυκά μέχρι να ακουστεί ένα διακριτικό κλατς. Δεν θέλει χρόνο, τρόπο θέλει. Η ευρεσιτεχνία του Βαγγέλη στην ταινία του Δαλιανίδη ήταν για να γελάσουμε και έως εκεί και μη παρέκει.
Είναι τυχαίες μήπως οι μικρές ταμπελίτσες στις πόρτες των ταξί «Σιγά τις πόρτες» που φρόντιζουν να βάζουν σε εμφανέστατο σημείο οι ακαδημαϊκοί-οδηγοί ταξί; Αν δεν ξέρουν αυτοί, ποιος ξέρει;
Εχει κανείς παρατηρήσει σε τι κατάσταση βρίσκονται οι πόρτες των δημόσιων χώρων, έχει δει κανείς τα σημάδια που έχουν πάνω τους από μπουνιές, κλωτσιές; Και βέβαια όχι! Εχει ακούσει κάποιος τα όλο παράπονο τριξίματα τους που διαρκούν όσο ένα μανιάτικο μοιρολόϊ; Και πάλι όχι, κανείς δε δίνει σέντσι τσακιστό που μεταξύ μας δεν υπάρχει τέτοιο πράμα.
Πολιτισμός είναι να ανοίγει η πόρτα του λεωφορείου και να περιμένεις να κατέβουν όσοι θρασύτατοι έχουν επιλέξει τη στάση αυτή ως τέλος της διαδρομής τους. Λάθος τους, τούς πήρε το τσουνάμι και τους σήκωσε. Από όσο γνωρίζω η αστικού ανάβαση δεν είναι, ακόμη, Ολυμπιακό άθλημα, όταν γίνει όμως έχουμε όλες τις βαρυφορτωμένες με σακκούλες γριές οι οποίες σκαρφαλώνουν πιο γρήγορα και από τον Bolt. Πολιτισμός είναι να ανεβαίνεις στο ΜΜΜ και να μην μπαστακώνεσαι αγκαλιά με την πόρτα, θέλω να κατέβω τώρα μάστορα.
Ξέρω, ξέρω «Δυο πόρτες έχει η ζωή» και εσύ διαθέτεις και δυο αυτιά, το ένα είσοδος το άλλο έξοδος.
Όλα τα έχει πει ο σοφός λαός, όμως εγώ θα συνεχίσω να βροντάω όσο θέλω στου κουφού την πόρτα.
Φωτογραφία: Brooklyn Public Library, NY