Πυχνά συχνά σκέφτομαι κάτι συμπαθητικές κυρίες με τις οποίες είχε τύχει να συνταξιδέψουμε οι γονείς μου και εγώ πολλά χρόνια πριν σε ‘δυσκολότερους’ ταξιδιωτικούς προορισμούς, τους οποίους είχαμε εμπιστευτεί σε διάφορα γνωστά της εποχής τουριστικά groups. Οι κυρίες αυτές είχανε την διασκεδαστική συνήθεια να υπολογίζουν τα πάντα με ώρα Ελλάδος, ακόμα κι αν βρισκόμασταν στο +2 ή -2. Δεν γυρνάγανε ποτέ τα ρολόγια τους μπροστά ή πίσω και τα κάνανε όλα σε έναν παράλληλο ελληνικό χρόνο. Πρωινό στη Ρωσία στις 8.00 ήταν πολύ νωρίς για αυτές αφού στην Αθήνα η ώρα ήταν μόλις 6 το πρωί! Η αλήθεια είναι ότι έχω πιάσει αρκετές φορές τον εαυτό μου να υπολογίζει αθηναϊκή ώρα από την Καλιφόρνια, κυρίως γιατί το 10 ώρες πίσω που είμαστε στη δύση δημιουργεί αρκετά προβλήματα στην επικοινωνία με γιατρούς, τράπεζες, ακόμα και γονείς ή συγγενείς που κοιμούνται αρκετά νωρίς το βράδυ.
Το αρκετά συναρπαστικό με την τόσο μεγάλη διαφορά ώρας βρίσκεται στο τέλος της δικής μας αμερικάνικης μέρας. Μια άλλη ημερολογιακή μέρα μπορεί να έχει ήδη χαράξει στην Αθήνα, μια ακόμα μέρα έχει αλλάξει αυτόματα σε κινητά και υπολογιστές στην παλιά μου γειτονιά. Πλένεις τα δόντια σου για να πας για ύπνο ενώ οι φίλοι σου τα πλένουν για να ξεπλύνουν την νυχτερινή κλεισούρα τού στόματός τους και να δροσίσουν την αναπνοή τους.
Πυκνά συχνά σκέφτομαι επίσης ότι σχεδόν κάθε Κυριακή απόγευμα στην Αθήνα με έπιανε μια απροσδιόριστη μελαγχολία. Νομίζω ότι όλοι μας την έχουμε βιώσει σε κάποια φάση της ζωή μας: μια συνειδητοποίηση σε μικρές μικρές δόσεις ότι όλα σε αυτή τη ζωή επαναλαμβάνονται σχεδόν απαράλλαχτα. Όλοι αποδίδαμε την Κυριακάτικη αυτή μελαγχολία στο ότι μικροί είχαμε να πάμε σχολείο την επόμενη ημέρα μετά από μια ή και δυο μέρες ξεκούρασης. Δεν ξέρω πραγματικά αν αυτό είναι αλήθεια ή αν τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά στην περίπτωση που η μουσική της ‘Αθλητικής Κυριακής’ είχε λιγότερο ‘εμβατηριακό’ χαρακτήρα.
Για να μην τα πολυλογώ λοιπόν, πάνω από τρία χρόνια που ζω κοντά στο Σαν Φρανσίσκο δεν έχω αισθανθεί αυτή την Κυριακάτικη μελαγχολία. Ότι θα ήθελα και εγώ μια ακόμα μέρα ξεκούρασης, ούτε λόγος, αλλά τίποτα παραπάνω. Τα Κυριακάτικα απογεύματα στην άλλη άκρη του κόσμου είναι μια καταπληκτική ευκαιρία για να καθήσεις να τα πεις αναλυτικά με τον ίδιο τον εαυτό σου. Να του δώσεις λίγο χρόνο ρε παιδί μου, αφού κάθε μέρα τρέχετε μαζί για να προλάβετε όλα όσα έχετε βάλει στη λίστα σας. Να αφουγκραστείς το πώς αισθάνεται και πώς νιώθει, πόσο έχει κουραστεί και τι πραγματικά προσμένει από την επόμενη εβδομάδα που έρχεται. Εξάλλου, είναι πάντα πιο δύσκολο να δίνεις σημασία σε ό,τι ακούς όταν έχεις την ασφάλεια της φασαρίας γύρω σου. Στην άλλη άκρη του κόσμου η φασαρία αυτή έχει καταλαγιάσει για τα καλά. Δεν είναι θέμα αν έχεις φίλους πολλούς, λίγους, ή καθόλου. Μακριά από το μέρος που άφησες πίσω σου όλα έχουν μια περίεργη ησυχία και οι σκέψεις σου ακούγονται πολύ καθαρότερα από ότι αλλού. Όλα είναι απίστευτα πιο συνειδητά και βιώνονται με μεγαλύτερη ευκρίνεια και ένταση. Αυτό πολλές φορές έχει και τα αρνητικά του, αλλά οι στιγμές που βλέπεις καθαρά καταστάσεις και πρόσωπα είναι περισσότερες από ότι παλιά. Είναι σαν να βρισκόσουνα για όλη σου τη ζωή σχεδόν με κολλημένη τη μύτη πάνω στον καθρέφτη- δε βλέπεις παρά το χνώτο σου αποτυπωμένο σε μικρά συννεφάκια. Αντίθετα, όσο απομακρύνεσαι από τον καθρέφτη όλα είναι διαυγέστερα και τα μόνα σύννεφα που ενδεχομένως να βλέπεις είναι αυτά από το ανοιχτό παράθυρο ακριβώς από πίσω σου.
Τις Κυριακές το απόγευμα στην άλλη άκρη του κόσμου ξέρεις ότι είσαι μόνος σου, ακόμα κι αν έχεις οικογένεια δική σου ή γονείς. Μαγικά απομακρύνεσαι σαν σε κάθετη απογείωση από το σημείο του κόσμου που σε φιλοξενεί και αφήνεις το αποτύπωμα μιας μικρής κουκίδας έξω από την ατμόσφαιρα. Ξέρεις ότι είσαι εσύ, εκεί και μόνος σου. Και ξέρεις ότι ακόμα κι αν άφηνες τον εαυτό σου να χυθεί σε χείμαρρο λόγων για να εξηγήσει κάτι από το μαγικό αυτό της εμπειρίας, θα συναντούσες ελάχιστες ψυχές που θα καταλαβαίνανε σχεδόν απόλυτα: αυτές των οποίων την προβολή βλέπεις επίσης έξω από την ατμόσφαιρα: τους πραγματικούς σου φίλους, τους συνοδοιπόρους σου. Τους ανθρώπους που έχοντας αποδεχτεί τον δικό τους εαυτό ή και το εφήμερο της ζωής δεν έχουν τίποτα να σου προσάψουν, δεν έχουν τίποτα να σου ζητήσουν, δεν έχουν τίποτα να σου δώσουν. Η σχέση σας είναι πάνω από όλα, στη σφαίρα του ιδανικού και περήφανα ίπταται πάνω από το μπλε της υδρογείου.
Η Κυριακή απόγευμα στην άλλη άκρη του κόσμου δίνει χώρο και ανάσα στο μεγαλείο της φιλίας, αλλά ξέρει να βάζει και διαχωριστικές γραμμές. Διαχωρίζει τα όσα στο παρελθόν σιωπηλά μας πληγώσανε από αυτά με τα οποία θέλουμε να συμπορευτούμε όμορφα και απλά και σε πλήρη αρμονία με την μοναδική μας ταυτότητα και τα κατά δικά μας ιδανικά ..
ΘΕΑΤΡΙΝΟΙ
Στήνουμε θέατρα και τα χαλνούμε
όπου σταθούμε κι όπου βρεθούμε
στήνουμε θέατρα και σκηνικά,
όμως η μοίρα μας πάντα νικά
και τα σαρώνει και μας σαρώνει
και τους θεατρίνους και το θεατρώνη
υποβολέα και μουσικούς
στους πέντε ανέμους τους βιαστικούς.
Σάρκες, λινάτσες, ξύλα, φτιασίδια,
ρίμες, αισθήματα, πέπλα, στολίδια,
μάσκες, λιογέρματα, γόοι και κραυγές
κι επιφωνήματα και χαραυγές
ριγμένα ανάκατα μαζί μ’ εμάς
(πες μου πού πάμε; πες μο πού πας;)
πάνω από το δέρμα μας γυμνά τα νεύρα
σαν τις λουρίδες ονάγρου ή ζέβρα
γυμνά κι ανάερα, στεγνά στην κάψα
(πότε μας γέννησαν; πότε μας θάψαν;)
και τεντωμένα σαν τις χορδές
μιας λύρας που ολοένα βουίζει. Δες
Γ. Σεφέρης (1943)