Home / Uncategorized / Του Αγίου Τζόκερ ανήμερα – Mitsos Τσιforex

Του Αγίου Τζόκερ ανήμερα – Mitsos Τσιforex

Έρχονται κάθε εβδομάδα μια Πέμπτη και μια Κυριακή. Και ξεκινάνε οι ευχές και οι προσευχές να και οι φανουρόπιτες τα τάματα και τα κεριά στις εκκλησίες, για τους παλιούς και παραδοσιακούς, τα deals για την φρέσκια την πάστα, μπας και βρουν στις καλές του τον Θεό να κάνει μια το δαχτυλάκι του έτσι εκείνο το μαγικό, να βρεθούν στο ίσο κληρωτίδα και δελτίο. Να ‘σαι ο ένας που θα κάνει τη σερμαγιά στο Τζόκερ!

Τώρα κάτι τυχαίνει να έχει κι αυτός δουλειές, καθότι και το σύμπαν θέλει και αυτό τα μερεμέτια του, κάτι που δεν την τρώει την χαρουπόπιτα… πάει το όνειρο. Όνειρο και να χαθεί πάει πολύ, οπότε λες καλού- κακού ας τάξουμε και σε κάναν άγιο, γιατί όσο να πεις και αυτοί δικοί του βοηθοί είναι και αν δεν είναι γι αυτό οι βοηθοί, τότε για τι είναι; Τι είναι για έναν άγιο να κάνει θάμα; Άσε που θα δουλέψει και τηλέγραφος και θα δεις τον άγιο σε λίμιτ απ.

Βέβαια, σε όλους αυτούς είναι και κάποιοι της μαύρης απελπισίας που μοιράζουν κερήθρες ακόμη και σε πεθαμένους, που δουλειά δεν έχουν στον απάνω μαχαλά, να έρθουν να σεργιανίζουν στον κάτω, μοιράζοντας νούμερα στους ύπνους (κυριολεκτικά και μεταφορικά). Και εκεί στα τάματα και στις ευχές είναι που γελάν και τα τσιμέντα.

Κανε Θεέ να τα πιάσω και εγώ, εδώ είμαι, λίρα 100. Τα βάφεις και ολίγον τι μαύρα, ολίγον τι μαντάρα, που όσο να πεις πουλάει, βάζεις κ λυπητερό μπουζουκάκι με κάτι από Καζαντζίδη, κάτι από εμείς οι ναυτικοί να φέρνει οίστρο, μιλάς και για το άδικο τούτου του ντουνιά και το κλείνεις με ένα 80/20, άντε 70/30 βαριά, καθότι και χουβαρντάς από μικρός. Μια που τα τσέπωσα και μια που ξεκινάω να κόβω μερτικά. Θα το κάνω το Τζόκερ βασιλόπιτα Νο2, να μαζεύεται να την κόψει η οικογένεια και απ το κόψε, κόψε γίνεται 100φυλλο τετράδιο. Και μόλις γράψει η μέρα 2 Γενάρη, καλοσύνες και υπέρ φτωχού και αγίου απ’ του χρόνου καλά να ‘μαστε. Αλλά αυτά δεν θα τα πεις. Προς Θεού! Λέγονται τέτοια πράγματα; Αμήν. Αυτός ο άδικος ντουνιάς, το όλοι εσείς και εγώ μόνος και πόσο να αντέξω, που το κακό μου θέλετε να σκάσετε, σκασμένοι. Και είναι κάτι τέτοιες στιγμές που λέμε “ρε συ εμείς είμαστε άνθρωποι, όντα νοήμονα ρε, κάτσε να δούμε από μυαλό πως τα πάμε”, γιατί θυμήθηκες που είχες πάρει κάτι 8αρια κ 10αρια σαν πιτσίρης

Και ξεκινάς να ξύνεις το κεφάλι να δεις πως θα πιάσεις την καλή, που ‘σαι συνέχεια με το ρεγγοκέγφαλο. Να πιάσεις την καλή – να πούμε την αλήθεια – δεν είναι μπαίνω στο γκέζι και το πάω μέχρι συντάξεως. Είναι να ‘ουμε πως θα τα πάρω απ’ αυτόν που τα ‘χει. Νομίζω; Και εξακολουθώ… Τη βάζεις σε χρήση την γκλάβα σου, την κουνάς λίγο από ‘δω, χμ, σάμπως να μην είναι έτσι τα πράγματα, την πας από ‘κει, ντιιιν, κουδούνι, βρε καλώς την ιδέα κι άργησες και απάνω της ο κολοβός και την κάνεις έργο, να φας ψωμί γλυκό, να χορτάσεις οικογενειακώς, και με τα σόγια στις καλές. Για βοήθεια παραπέρα, ούτε λόγος, καθότι εποχές χαλεπές και δεν δύναμαι δυστυχώς, λες και ένα συμπάσχω και σας συμμερίζομαι να ακούν οι πατήριδες, να λένε φτωχός – πλούσιος στα βάσανα όλοι, να υπάρχει παρηγοριά.

Αυτή την βλακεία να υπάρχει αλληλοκατανόηση στις αβαρίες, άλλο ζώο δεν νομίζω να την έχει. Άλλες φόρες πάλι τυγχάνει να πέφτεις στη μαύρη απέλπα, πολύ μεταφυσική, πολύ ανεξήγητη, που αν ήταν καρπαζιά θα ‘κλεινες μήνα στα επείγοντα. Αλλά που να αρχίσεις κόντρα αντεπίθεση στο τυφλό. Ένας Κύκλωπας Πολύφημος που την έπαθε κάποτε στο ομοίως, ένα μάτι είχε, του το ‘φαγε ο κανένας. Ένα “ο κανένας” γκάριζε μερόνυχτα και τον πήρε στο μεζέ όλο το ταράφι. Που να ‘ξερε ότι τον λέγαν Οδυσσέα. Γι αυτό σου λέω, ρε μάγκα, άσε τον κανέναν, στην πήρε την πατέντα ο Όμηρος. Δεν πάμε πιο κοντά στα σύγχρονα να μας πούνε και μοντέρνους. Τουτέστιν… τη σήμερον αν δεν φταίει η πολιτεία, τα ξένα κέντρα, οι σέχτες, οι λέσχες, οι κάστες, οι πάστες και το κακό συναπάντημα, ποιος θα φταίει; Εμείς; Αν ήταν να φταίμε εμείς, βράστο. Είσαι στο “Θεέ κ τύχη μ’ εγκαταλείψατε” έχεις και αυτή την τι – βι που την κοιτάς και σε κάνει παπαρούνα ανοιξιάτικη, που αντί για τα ζουζούνια στα άνθη, σου κάθεται στο μυαλό ο πάσας εις κερχελές και στα λέει όλα ενημέρωση.

Δώσε ρε τι – βι στο λαό, σενάρια να έχει να βράζει στο ζουμί του, διότι πιο εύκολα κοιτάς απέναντι και λες “αμέ στο διάολο όλοι σας” παρά μέσα σου. Βλέπεις Θεέ, την κενωνία την άδικη; Τελείωσα τις προσευχές. Πάω να παίξω Τζόκερ.

Comments

comments

About Kiss My GRass