Home / MAKE ME FEEL / Ένα κράνος γεμάτο μαργαρίτες – George A. Pappas

Ένα κράνος γεμάτο μαργαρίτες – George A. Pappas

Happiness

Δεν μπορώ να ξεχάσω την πρώτη φορά που την είδα.

Είχε σηκώσει μια μεγάλη, μαύρη, δερμάτινη καρέκλα πάνω απ’ το κεφάλι της και την πέταξε με λύσσα στο κεφάλι του αφεντικού μας. Τον έβριζε και φώναζε:

— Ποια τολμάς να πεις “χαζή”, παλιό μαλάκα γεροξεκούτη, γελοίε! Ψόφα ρε! Ψόφα!

Και έφυγε απ’ τα γραφεία μας πετώντας κεραυνούς από τα μάτια της και φωτιά απ’ το στόμα της στάζοντας η ουρά της δηλητήριο και εγώ είχα μείνει μαλάκας με μια μισό-δαγκωμένη λαμαρίνα ανάμεσα στα δόντια μου και σκούνταγα τον διπλανό μου και του έλεγα ρε ποία είναι αυτή ρε;

Εξαφανίστηκε απ’ την ζωή μου όσο απρόοπτα μπήκε σ’ αυτήν. Σαν αλλοτινή πριγκιποπούλα, την είχαν πάρει μακριά, σε ένα μακρινό νησί που το λέγανε Κρήτη, και προσπαθούσαν να την κρατήσουν εκεί. Της έφερναν μέλι και γάλα για να την κρατήσουν, να την πείσουν να μείνει κοντά τους, αλλά σας ρωτάω εγώ: δαμάζονται τα κύματα; Μπορείς να βάλεις χαλινάρι στην θάλασσα;

Δεν μπορείς.

Και, για καλή μου τύχη, τους ξέφυγε. Έφυγε νύχτα απ’ το κάστρο της, δεν πήρε τίποτα μαζί της, άφησε πίσω της το μέλι και τα μελίσσια, τα ρούχα της τα όμορφα, και όλα τα πράγματα της και επέστρεψε στην Αθήνα.

Όταν βγήκαμε για πρώτη φορά ραντεβού εμφανίστηκε όχι σαν την πριγκίπισσα του παραμυθιού, όχι σαν την χιλιοδοξασμένη Αρετούσα, αλλά επάνω σε παπάκι και με ένα κράνος στολισμένο με λευκόχρυσες μαργαρίτες.

Κοιτάξτε, πως να το πω ευγενικά;

Υγράνθηκα.

Ότι της έλειπε σε μπόι της το χάρισε ο θεός σε τσαγανό. Ήταν η πιο μικρή μεγάλη παρουσία που είχα γνωρίσει. Είχε το ταλέντο να γεμίζει το μάτι σου, να την χορταίνει το βλέμμα σου και να καταλαβαίνεις ότι είχες να κάνεις με μια γυναίκα πιο άντρας από κάτι άντρες-αντράκια. Η ψυχή της δεν είχε μόνο βάθος είχε και βάρος – άφηνε επάνω σου σημάδι, ποδοπάτημα – είχε και μια πανάλαφρη βαρύτητα που με τραβούσε κοντά της σα δορυφόρος.

Πόσα βράδια αράζαμε μέχρι αργά και αυτή είχε δίπλα στα πόδια της αυτό το κράνος με τις μαργαρίτες, αυτό το στέμμα της που αντικαθρέφτιζε την λάμψη της βασιλείας της;

Άπειρα.

Και το επόμενο πρωί ανεβαίναμε στη μηχανή και καθόμουν πίσω της, χαζεύοντας τα λουλούδια που στεφάνωναν την κεφαλή της, και γελούσα και άπλωνα τα χέρια να νιώσω τον αέρα να μας περνά. Ούτε σε Ιταλικό κινηματογράφο δεν βλέπεις τέτοια πλάνα: χαρούμενες μαργαρίτες να χορεύουν επάνω σε κόκκινη πίστα, τα μαλλιά της να κυματίζουν στον άνεμο, αριστερά-δεξιά να περνάνε τα στενά της Αθηνάς και μπροστά σου η Ακρόπολη και ο Παρθενώνας.

Όταν καλοκαίριαζε την έτρωγαν τα ρούχα της. Επιθυμούσε όσο τίποτα άλλο να βρεθεί γυμνή στον ήλιο, με την θάλασσα να γλύφει προκλητικά τα δάχτυλα τον ποδιών της. Όταν πετούσε το μαγιό της στην άκρη και ξεδιπλωνόντουσαν τα στήθη της γινόταν άλλο πλάσμα όχι αυτής της γης αλλά περισσότερο σαν νεράιδα του ανέμου. Πετούσε γύρω μου, κοντά μου, μακριά μου, και με προκαλούσε να ακολουθήσω τα γυμνά, σαγηνευτικά βήματα της. Φορούσε μονάχα μια λεπτή ζώνη από πλεγμένα λουλούδια και εγώ χάζευα μαγεμένος τον Λόφο της Αφροδίτης της, αυτό το αγαπημένο μου σημείο-καμπύλη απάνω στο γυναικείο σώμα που ύπερ-αγαπώ.

Την τελευταία φορά που την είδα κρατούσε χίλια πεντακόσια πράγματα στα χέρια της – ομπρέλες, πετσέτες θαλάσσης, βιβλία, χαβαϊάνας, λάδι καρύδας, χτένα, σκηνή, στρώμα…

Με κοίταξε στα μάτια και μισό-χαμογέλασε:

— Να προσέχεις παιδί.

Ήρθε κοντά μου και με φίλησε στο μάγουλο. Το δέρμα της μύριζε ακόμη σαν τον ιδρώτα μας. Μου ψιθύρισε στο αυτί:

— Όλα θα πάνε καλά.

Σκέφτηκα τότε τα όσα είχαμε ζήσει μαζί: γέλιο, κλάμα, φωνές, συγκίνηση, φαΐ, έρωτα, σεξ, καύλα, αγάπη, θάνατος, χωρισμός, αναλαμπή.

— Όλα είναι καλά, της είπα, και αυτή χαμογέλασε διπλά.

Χθες το βράδυ είδα σε όνειρο ένα μπαλκόνι που έβλεπε θάλασσα. Επάνω σε λευκό, μαρμάρινο τραπέζι ήταν μια γραφομηχανή, δυο Ελληνικοί, και ένα κράνος που το είχαν γυρίσει ανάποδα και το είχαν κάνει πια γλάστρα.

Ήταν ένα κράνος γεμάτο μαργαρίτες.

Comments

comments

About George A. Pappas

"The world belongs to us; to us who steal kisses at bonfires, to us who stay up laughing with friends long after you have gone to sleep, to us who dance with reckless abandon..."